Το ενδοκρινικό σύστημα είναι ένα σύστημα οργάνων (αδένων), με κυρίαρχο ρόλο στη διατήρηση της ομοιόστασης του οργανισμού. Η δράση του επιτελείται μέσω της έκκρισης ορμονών. Βασικός «ρυθμιστής» είναι ο εγκέφαλος. Οι κυριότεροι ενδοκρινείς αδένες είναι: υποθάλαμος, υπόφυση, θυρεοειδής, παραθυρεοειδείς, πάγκρεας, επινεφρίδια, γονάδες, λιπώδης ιστός, ενώ συνεχώς προκύπτουν επιστημονικά δεδομένα για την ενδοκρινή δράση και άλλων οργάνων του σώματος.
Η έκκριση των ορμονών από τους αδένες ελέγχεται από τα διάφορα τμήματα του εγκεφάλου, ως απάντηση σε ερεθίσματα, όπως το stress, το τραύμα, οι αλλαγές της θερμοκρασίας, η λήψη τροφής, η εγκυμοσύνη, ο θηλασμός κ.α. Στη συνέχεια, οι ορμόνες μπορούν να ασκήσουν τη δράση τους σε απομακρυσμένα όργανα-στόχους, είτε μέσω της κυκλοφορίας του αίματος, είτε μέσω νευρικών ώσεων. Με αυτόν τον τρόπο, επιτυγχάνεται η σωστή ρύθμιση για μια σειρά λειτουργιών, όπως:
Παράλληλα, η επάρκεια του οργανισμού σε ορμόνες συντελεί σε μεγάλο βαθμό στη ρύθμιση της διάθεσης και του ψυχισμού. Επιδρούν στη λειτουργία πολλών συστημάτων, όπως: νευρικό, αναπνευστικό, καρδιαγγειακό, γαστρεντερικό, μυοσκελετικό. Επηρεάζουν σημαντικά τον μεταβολισμό, τη θερμορύθμιση, το δέρμα, τα νύχια, τα μαλλιά, την ωορρηξία και, κατά συνέπεια, την γονιμότητα.
Οι διαταραχές του ενδοκρινικού συστήματος μπορούν, επομένως, να επηρεάσουν τη συνολική λειτουργία του οργανισμού, προκαλώντας συμπτώματα όπως:
Ο Ενδοκρινολόγος αναλαμβάνει τη διάγνωση, παρακολούθηση και αντιμετώπιση περιστατικών ολόκληρου του φάσματος της Ενδοκρινολογίας: